Νομικό Σπουδαστήριο Α. Προυσανίδη

Η ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ- ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β. ΧΙΩΛΟΣ

Η ΑΣΤΙΚΗ ΕΥΘΥΝΗ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΝΟΜΟΛΟΓΙΑ

ΤΟΥ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟΥ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ

ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ Β. ΧΙΩΛΟΣ

Διδάκτωρ Νομικής - Δικηγόρος

Το Συμβούλιο της Επικρατείας, εν σχέσει, με την αστική ευθύνη του Δημοσίου, μεταξύ άλλων, έκρινε ότι:

1) Το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ υποχρεούνται, εφ’ όσον συντρέ-χουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων 105 και 106 ΕισΝΑΚ, σε απο-κατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας δύνανται, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος των ανωτέρω εύλογο χρηματική ικανοποίηση σε εκείνον που υπέστη προσβολή, μεταξύ άλλων, της υγείας, κατ’ ανάλογο εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του ΑΚ, του ύψους της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως, ως κρίσεως ουσιαστικής, μη υποκειμένης στον αναιρετικό έλεγχο (ΣτΕ 2463/1998).

2) Κατ’ άρθρο 105 και 106 ΕισΝΑΚ, το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ υποχρεούνται, εφ’ όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής των άρθρων αυτών, σε αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας δύνανται επί πλέον, να επιδικάσουν, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου, εύλογη χρηματική ικανοποίηση στην οικογένεια αυτού λόγω ψυχικής οδύνης, κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 932 εδ. γ΄ του ΑΚ (ΣτΕ 2320/2003).

3) Κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, ευθύνη του Δημοσίου συντρέχει, τηρουμένων και των λοιπών προϋποθέσεων του νόμου, όχι μόνον οσάκις με πράξη ή παράλειψη οργάνου της Διοικήσεως παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου, αλλά και οσάκις παραλείπονται τα εκ της κειμένης εν γένει νομοθεσίας και τα κατά τα δεδομένα της κοινής πείρας και τις αρχές της καλής πίστεως προσιδιάζοντα στη συγκεκριμένη Υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις. Για τη θεμελίωση δε της ευθύνης του Δημοσίου, απαιτείται να υπάρχει και αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της, κατά τα ανωτέρω, παράνομης πράξεως ή παραλείψεως και της επελθούσης ζημίας (ΣτΕ 2146/2004, 3102/1999, 4776/1997).

4) Κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ η επίκληση και απόδειξη συγκεκριμένης ζημίας του ενάγοντος αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημιώσεως, λόγω παρανόμου πράξεως οργάνων του Δημοσίου (ΣτΕ 3773/2006).

5) Κατ’ άρθρο 105 και 106 ΕισΝΑΚ σε συνδυασμό προς το άρθρο 298 ΑΚ, η αποζημίωση την οποία οφείλει το Δημόσιο ή ΝΠΔΔ περιλαμβάνει τη διαφορά μεταξύ της παρούσης περιουσιακής καταστάσεως του ζημιωθέντος και εκείνης, στην οποία θα τελούσε εάν δεν συνέβαινε το ζημιογόνο γεγονός. Οσάκις από το εν λόγω γεγονός προκύπτει και ωφέλεια, που τελεί σε αιτιώδη σύνδεσμο προς αυτό, πραγματική ζημία είναι ό,τι υπολείπεται μετά την αφαί-ρεση της ωφελείας. Τέτοιος σύνδεσμος, όμως, δεν υπάρχει όταν ζημία και ω-φέλεια στηρίζονται σε διαφορετική η καθεμία αιτία (ΣτΕ 2803/2000).

6) Η συνδρομή συντρέχοντος πταίσματος ερευνάται μόνον αν η ζημιογόνος πράξη του Δημοσίου είναι παράνομη, οπότε, αν διαπιστωθεί η συνδρομή πταίσματος, η ευθύνη για τη ζημία κατανέμεται μεταξύ ζημιώσαντος και ζημιωθέντος (ΣτΕ 85/2006).

7) Ως διαφυγόν κέρδος λογίζεται εκείνο που προσδοκά κανείς με πιθανότητα, σύμφωνα με τη συνηθισμένη πορεία των πραγμάτων ή τις ειδικές περιστάσεις και ιδίως τα προπαρασκευαστικά μέτρα που έχουν ληφθεί. Προκειμένου περί του διαφυγόντος κέρδους, το οποίο κατά κανόνα δεν είναι επιδεκτικό πλήρους δικανικής πεποίθησης, επιτρέπεται στο δικαστή να αρκεστεί στην πιθανότητα, η οποία υφίσταται όταν συντρέχουν ικανοί λόγοι που συνηγορούν υπέρ της αληθείας και δεν προκύπτει κάτι το αντίθετο (ΣτΕ 1410/2006).

8) Για την επιδίκαση αποζημιώσεως κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, απαιτεί-ται η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ παράνομης πράξης ή παραλείψεως ή υλικής ενεργείας ή παραλείψεως υλικής ενεργείας του δημοσίου οργάνου και της επελθούσης ζημίας. Ο σύνδεσμος αυτός υπάρχει όταν η πράξη ή η υλική ενέργεια ή η παράλειψή της, κατά τα διδάγματα της κοινής πείρας, ήταν ικανή και μπορούσε αντικειμενικά να επιφέρει, κατά τη συνηθισμένη και κανονική πορεία των πραγμάτων, το επιζήμιο αποτέλεσμα (ΣτΕ 3696/2006, 1794/2001)

9) Αιτιώδης σύνδεσμος για την στοιχειοθέτηση ευθύνης του Δημοσίου από παράνομη πράξη ή παράλειψη οργάνων του υπάρχει όταν, κατά τα διδάγ-ματα της κοινής πείρας, η πράξη ή η παράλειψη είναι ικανή, κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων, να επιφέρει τη ζημία (ΣτΕ 1023/2005).

10) Ο παράνομος χαρακτήρας ζημιογόνου πράξεως, παραλείψεως ή υλι-κής ενεργείας αρκεί για να στοιχειοθετηθεί η ευθύνη του Δημοσίου, χωρίς να απαιτείται και η διαπίστωση πταίσματος του οργάνου του.

Από τις διατάξεις του ν. 1566/1985 και της υ.α. Ε2/4832/28.11.1990 και τις σχετικές εγκυκλίους του Υπουργείου Εθνικής Παιδείας δεν προσδιορίζο-νται ειδικώς οι υποχρεώσεις των συνοδών καθηγητών σε σχολικές εκδρομές. Προκύπτει, όμως, από αυτές ότι οι συνοδοί καθηγητές είναι επιφορτισμένοι με την επιτήρηση των μαθητών προκειμένου η συμπεριφορά των τελευταίων να μη δημιουργεί προβλήματα στους ίδιους, σε τρίτους και στο περιβάλλον. Η επιμελής επιτήρηση των μαθητών κατά τη διάρκεια της εκδρομής επιβάλλει στους συνοδούς Καθηγητές να παρατηρούν τους μαθητές, να απευθύνουν σ’ αυτούς συστάσεις και συμβουλές, να τους καθοδηγούν και να λαμβάνουν κάθε πρόσφορο και ανάλογο με τις περιστάσεις μέτρο για την ομαλή διεξαγωγή της εκδρομής. Κατά συνέπεια, η ευθύνη του Δημοσίου για πράξεις ή παραλείψεις των συνοδών καθηγητών σε σχολική εκδρομή, ερευνάται αναλόγως των συνθηκών της συγκεκριμένης περιπτώσεως (ΣτΕ 1413/2006).

11) Ναι μεν η Διοίκηση μπορεί είτε ν’ ανακαλέσει την παράνομη πράξη, εκδίδοντας νέα νόμιμη πράξη, προσδίδοντας, μάλιστα, σ’ αυτή αναδρομική δύναμη, είτε να εκδώσει τη νέα αυτή νόμιμη πράξη μετά την ακύρωση, με α-πόφαση διοικητικού δικαστηρίου, της αρχικής παράνομης πράξης, με αποτέ-λεσμα, στις περιπτώσεις αυτές, να μην υφίσταται πλέον παράνομη διοικητική πράξη και να διασπάται, έτσι, ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ αυτής και της ζημίας, πλην, σε περίπτωση που η αρχικώς εκδοθείσα παράνομη διοικητική πράξη έχει εφαρμοσθεί για ορισμένο χρονικό διάστημα, δηλαδή μέχρι την έκδοση της νεότερης νόμιμης πράξης, εξακολουθεί να υφίσταται ο αιτιώδης σύνδεσμος μεταξύ της εν λόγω παρανομίας και της ζημίας και συνεπώς, εξακολουθεί να συντρέχει η προϋπόθεση που θεσπίζουν τα άρθρα 105 και 106 ΕισΝΑΚ. Η προϋπόθεση αυτή συντρέχει πολύ περισσότερο, στην περίπτωση που δεν εκδοθεί, τελικώς, νόμιμη διοικητική πράξη (ΣτΕ 2884/1999).

12) Η κρίση του Δικαστηρίου της ουσίας για το αν ο παθών υπέστη ηθική βλάβη και ποίο το ύψος της βλάβης αυτής είναι κυριαρχική και συνεπώς είναι μερικώς ανέλεγκτη (ΣτΕ 1410/2006).

13) Δικαιούνται να αξιώσουν χρηματική ικανοποίηση, λόγω ηθικής βλά-βης και τα Νομικά πρόσωπα αν υπέστησαν προσβολή από τον αντίκτυπο που είχε στην πίστη, το κύρος και τη φήμη τους η άδικη πράξη που τελέσθηκε σε βάρος τους, δεν είναι δε απαραίτητο να εξειδικεύεται η βλάβη αυτή, όταν από τη φύση της πράξης είναι δυνατόν να επέλθει τέτοια βλάβη (ΣτΕ 1732/2005).

14) Υπάρχει υποχρέωση του Δημοσίου να αποκαταστήσει τον ενδιαφε-ρόμενο για την ηθική βλάβη που υπέστη από την έκδοση παρανόμου, λόγω μη κλήσεώς του προς παροχή εξηγήσεων Υπουργικής Αποφάσεως, με την οποία διετάχθη η σφράγιση του γραφείου του, διότι με αυτή ανετράπη η υπάρχουσα γι’ αυτόν ευνοϊκή πραγματική κατάσταση, η λειτουργία δηλαδή του δικηγορικού του γραφείου (ΣτΕ 2732/2004).

15) Εφ’ όσον ο ζημιωθείς είχε κατά την ημέρα του ατυχήματος ηλικία μικρότερη των 10 ετών, δεν υπείχε κατ’ άρθρο 916 ΑΚ ευθύνη για τη ζημία που θα προξενούσε σε τρίτο πρόσωπο και επομένως, δεν ήταν δυνατή και η κατ’ αυτού προβολή από τον ζημιώσαντα της κατ’ άρθρο 300 του ΑΚ ενστά-σεως της συνυπαιτιότητας, λόγω συντρέχοντος πταίσματος αυτού στην επέ-λευση ή την επέκταση της ζημίας του. Εξ άλλου εφόσον την αγωγή αποζημιώσεως, προς αποκατάσταση της ηθικής του βλάβης, άσκησε ο ίδιος ο ανήλικος εκπροσωπούμενος βεβαίως, λόγω της ανικανότητας αυτού να είναι ιδίω ονόματι διάδικος, από τους ασκούντες τη γονική επ’ αυτού μέριμνα γονείς του, όχι δε οι γονείς του, ιδίω αυτών ονόματι, προς ανόρθωση της ζημίας που επήλθε σ’ αυτούς ατομικώς, δεν ήταν δυνατή η προβολή κατά του ιδίου του ανηλίκου ενστάσεως περί συνυπαιτιότητας των γονέων του, λόγω της τυχόν παραμέλησης της ασκήσεως εποπτείας επ’ αυτού, διότι επί εξωσυμβατικής ζημίας δεν υφίσταται ο ζημιωθείς τις συνέπειες τυχόν συντρέχοντος πταίσματος του νομίμου αντιπροσώπου του (ΣτΕ 740/2001)

16) Από το άρθρο 932 του ΑΚ προκύπτει ότι παρέχεται στο δικαστήριο η ευχέρεια, αφού εκτιμήσει τα πραγματικά περιστατικά που θέτουν υπόψιν του οι διάδικοι και με βάση τους κοινούς κανόνες της κοινής πείρας και λογικής, να επιδικάσει χρηματική ικανοποίηση και να καθορίσει το εύλογο ποσό αυτής, αν κρίνει ότι επήλθε στον αδικηθέντα ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη. Η κρίση του δικαστηρίου της ουσίας ότι επήλθε ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, καθώς και ο προσδιορισμός από το δικαστήριο της ουσίας του ποσού της χρηματικής ικανοποιήσεως, δεν υπόκεινται σε αναιρετικό έλεγχο, αφού σχηματίζονται από την εκτίμηση πραγματικών γεγονότων και χωρίς υπαγωγή του πορίσματος σε νομική έννοια, ώστε να μπορεί να νοηθεί εσφαλμένη εφαρμογή του νόμου (ΣτΕ 1042/2007).

17) Το άρθρο 25 παρ. 1 του Συντάγματος, εισάγοντας ως νομικό κανόνα την αρχή της αναλογικότητας, επιβάλλει σε όλα τα κρατικά όργανα, συνεπώς και στα δικαιοδοτικά, κατά την στάθμιση των εκατέρωθεν δικαιωμάτων και υποχρεώσεων, να λαμβάνουν υπόψη τους την εκάστοτε αντιστοιχία μεταξύ των χρησιμοποιουμένων μέσων και του επιδιωκομένου σκοπού. Έτσι, σε περίπτωση προσδιορισμού του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, λόγω ηθικής βλάβης ή ψυχικής οδύνης, το δικαστήριο της ουσίας δεν πρέπει ούτε να υποβαθμίζει την απαξία της πράξεως επιδικάζοντας ασήμαντα χαμηλό ποσό, ούτε να καταλήγει με ακραίες εκτιμήσεις, στον υπέρμετρο πλουτισμό του ενός μέρους, διότι τούτο υπερακοντίζει το σκοπό του νομοθέτη που απέβλεψε στην αποκατάσταση της τρωθείσης με την αδικοπραξία κοινωνικής ειρήνης (ΣτΕ 3256/2006).

18) Το άρθρο 932 του ΑΚ που προβλέπει την αποζημίωση της οικογένειας, λόγω ψυχικής οδύνης σε περίπτωση θανάτου προσώπου εξαιτίας αδικοπραξίας, ενώ σε περίπτωση τραυματισμού μόνο την αποζημίωση του παθόντος δεν παραβιάζει το άρθρο 21 παρ. 1 του Συντάγματος ... ούτε τα άρθρα 5 παρ. 1 και 9 του Συντάγματος και τα άρθρα 8 και 14 της ΕΣΔΑ, 23 του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και 10 του Διεθνούς Συμφώνου για τα οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και τούτο διότι προεχόντως με τις διατάξεις αυτές που αφορούν την προστασία ατομικών δικαιωμάτων, ουδόλως υποχρεούται ο νομοθέτης να θεσπίσει συγκεκριμένη παροχή, και ειδικότερα αποζημίωση της έμμεσης ηθικής βλάβης των γονέων σε περίπτωση τραυματισμού του ενηλίκου τέκνου τους (ΣτΕ 2796/2006).

19) Και ναι μεν επιδικάζεται χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης όταν το μέλος της οικογένειας του θανόντος είχε κατά το χρόνο του θανάτου του τελευταίου σχηματισμένη ήδη ηθική προσωπικότητα και συναισθηματικό κόσμο, ώστε να επιδέχεται τις επιδράσεις από τον εξωτερικό κόσμο και τις ψυχικές συγκινήσεις από το θάνατο γεγονός το οποίο κρίνεται από το δικαστήρια κατά τους κανόνες της κοινής πείρας με βάση τα περιστατικά που τίθενται υπόψη του. Τα δικαστήρια, όμως, μπορούν επίσης να αποκαταστήσουν όχι μόνο τη ενεστώσα αλλά και τη μέλλουσα ηθική βλάβη ή ψυχική οδύνη, όπως ακριβώς μπορούν να αποκαταστήσουν τη μέλλουσα περιουσιακή ζημία. Έτσι, τα δικαστήρια μπορούν να επιδικάσουν χρηματική ικανοποίηση και σε βρέφος και σε ανήλικο τέκνο, το οποίο διανύει τους πρώτους μήνες ή τα πρώτα έτη της ζωής του για την ψυχική οδύνη που είναι βέβαιο ότι θα δοκιμάσει κατά τη συνήθη πορεία των πραγμάτων αργότερα, όταν θα φθάσει σε ηλικία, κατά την οποία θα μπορεί να δέχεται τις ψυχικές επιδράσεις του εξωτερικού κόσμου και να αισθάνεται τον ψυχικό πόνο και την έλλειψη του συγγενικού του προσώπου που θανατώθηκε. Συνεπώς, τα ανωτέρω πρόσωπα δικαιούνται χρηματική ικανοποίηση, λόγω ψυχικής οδύνης (ΣτΕ 1222/2002).

20) Ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνον όταν με τη σχετική πράξη ή παράλειψη των οργάνων της Διοικήσεως παραβιάζεται συγκεκριμένη διάταξη νόμου αλλά και όταν παραλείπονται τα προσιδιάζοντα στη συγκεκρι-μένη Υπηρεσία ιδιαίτερα καθήκοντα και υποχρεώσεις, τα οποία επιβάλλονται από την κειμένη εν γένει νομοθεσία και κανονισμούς, από τα δεδομένα της κοινής πείρας και από τις αρχές της καλής πίστεως. Περαιτέρω, το Δημόσιο, οι ΟΤΑ και τα ΝΠΔΔ υποχρεούνται σε ανόρθωση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας δύνανται, επιπλέον να επιδικάσουν, σε περίπτωση θανατώσεως προσώπου εύλογη χρηματική ικανοποίηση στην οικογένεια αυτού, λόγω ψυχικής οδύνης κατ’ ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 232 ΑΚ. Η τελευταία αυτή αποσκοπεί στην ηθική παρηγοριά και την ψυχική ανακούφιση των μελών της οικογενείας του θανόντος, όσο αυτό γίνεται, από τον ψυχικό πόνο που δοκιμάζουν κατά τον χρόνο του θανάτου αυτού. Το ύψος δε της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως ως ουσιαστική κρίση δεν υπόκειται στον αναιρετικό έλεγχο (ΣτΕ 1221/2002, 2146/2004, 4776/1997).

21) Γεννάται ευθύνη του Δημοσίου προς αποζημίωση, κατ’ εφαρμογήν του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, από τη θέσπιση κανόνος δικαίου από τα αρμόδια, προς τούτο, κατά το Σύνταγμα, όργανα, εάν ο κανόνας αυτός αντίκειται σε άλλον υπερκείμενο και, ως εκ τούτου, επικρατούντα (ΣτΕ 1686/2002).

22) Κατ’ άρθρο 105 ΕισΝΑΚ, ευθύνη προς αποζημίωση γεννάται όχι μόνο από την έκδοση μη νόμιμης εκτελεστής διοικητικής πράξεως ή από τη μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως εκτελεστής διοικητικής πράξεως, αλλά και από υλικές ενέργειες των οργάνων των δημοσίων υπηρεσιών, στις περιπτώσεις, βεβαίως, που οι υλικές αυτές ενέργειες απορρέουν από την οργάνωση και λειτουργία των Υπηρεσιών αυτών, όχι δε και όταν συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου ή οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου, που ενήργησε έξω από τον κύκλο των υπηρεσιακών καθηκόντων του (ΣτΕ 842/1998, 3045/1992 Ολ., ΑΕΔ 5/1995).

... Απαραίτητη πάντως προϋπόθεση για την επιδίκαση αποζημίωσης εί-ναι, μεταξύ άλλων, η ύπαρξη αιτιώδους συνδέσμου μεταξύ της παράνομης πράξης ή παράλειψης ή υλικής ενέργειας του δημοσίου οργάνου και της επελθούσης ζημίας (ΣτΕ 2739/2000).

23) Στην περίπτωση ευθύνης του Δημοσίου από νομοθετική πράξη ή πα-ράλειψη νομοθετήσεως, ευθύνη του, Δημοσίου προς αποζημίωση του ζημιω-θέντος, γεννάται μόνο αν οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται απευθείας από την επίμαχη διάταξη, πριν δε και ανεξάρτητα από οποιαδήποτε εφαρμογή της με πράξη της Διοίκησης. Στις λοιπές περιπτώσεις, κατά τις οποίες οι επιζήμιες συνέπειες επέρχονται από την εφαρμογή του πιο πάνω κανόνα δικαίου, δηλαδή από την πράξη της Διοίκησης που τον εφαρμόζει στην ατομική περίπτωση, η ευθύνη έναντι του ζημιωθέντος προκύπτει όχι από τον κανόνα δικαίου, αλλά από την τελευταία αυτή πράξη (ΣτΕ 1038/2006).

24) Από το άρθρο 300 του ΑΚ συνάγεται ότι, αν συντρέχει πταίσμα του ζημιωθέντος η ύπαρξη του οποίου αποτελεί νομική έννοια που ελέγχεται από το Συμβούλιο της Επικρατείας όταν δικάζει κατ’ αναίρεση με βάση τα πραγ-ματικά περιστατικά που έγιναν δεκτά από τα δικαστήρια της ουσίας, υπόκειται στη διακριτική εξουσία του δικαστηρίου, αφού εκτιμήσει ελευθέρως τις περιστάσεις, μεταξύ των οποίων είναι και ο βαθμός του πταίσματος του ζημιωθέντος, να επιδικάσει ολόκληρη την αποζημίωση ή να μην επιδικάσει καθόλου αποζημίωση ή και να μειώσει μόνο το ποσό της αποζημιώσεως. Η κατ’ ενάσκηση της διακριτικής αυτής εξουσίας κρίση του δικαστηρίου της ουσίας δεν υπόκειται στον έλεγχο του Συμβουλίου της Επικρατείας όταν δικάζει κατ’ αναίρεση (ΣτΕ 1408/2006).

25) Σύμφωνα με τα άρθρα 1 παρ. 1, 6, 9, 14 παρ. 1 ν. 1897/1990, και 40 παρ. 1 ν. 1947/1991, το Δημόσιο οφείλει να αποζημιώσει όχι μόνο τα αναφε-ρόμενα στο άρθρο 1 παρ. 1 του ν. 1897/1990 πρόσωπα για τις υλικές ζημιές που έχουν υποστεί, εξ αιτίας ή εξ αφορμής τρομοκρατικών πράξεων, αλλά σύμφωνα με το άρθρο 40 παρ. 1 του ν. 1947/1991 και τους τρίτους για τις υλικές ζημιές που έχουν υποστεί ως άμεση συνέπεια βομβιστικής ενέργειας. Στην τελευταία αυτή περίπτωση, οι τρίτοι δεν είναι υποχρεωμένοι να επιδιώξουν την αποζημίωσή τους από το Δημόσιο αποκλειστικά με τις πιο πάνω διατάξεις, αλλά μπορούν να την επιδιώξουν και με βάση τη διάταξη του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ και με τις προϋποθέσεις που θέτει η διάταξη αυτή. Από τα παραπάνω παρέπεται ότι, στην τελευταία αυτή περίπτωση και ο ασφαλιστής, ο οποίος αποζημίωσε τον τρίτο για τη ζημία των πραγμάτων που έχουν ασφαλιστεί και, κατόπιν τούτου, υποκαθίσταται έναντι των τρίτων, όπως το Δημόσιο, στα δικαιώματα τα οποία, λόγω της ζημίας ανήκουν στον ασφαλισμένο, μπορεί να επιδιώξει την ικανοποίηση της αξιώσεώς του, σύμφωνα με το άρθρο 210 του Εμπορικού Νόμου, εγείροντας αγωγή με βάση το άρθρο 105 ΝΑΚ (ΣτΕ 4067/2005).

26) Εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του άρθρου 105 ΕισΝΑΚ, αξιώσεις αποζημιώσεως για λόγους που συνδέονται, με παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του Δημοσίου κατά την άσκηση των αρμοδιοτήτων τους στο πλαίσιο της διαδικασίας της αναγκαστικής απαλλοτρίωσης, όπως όταν κατακρατούνται παρανόμως κινητά πράγματα, τα οποία δεν είχαν αποτελέσει αντικείμενο της απαλλοτριώσεως (ΣτΕ 1917/2007).

27) Εάν Όργανο του Κράτους απομακρυνθεί της Δημοσίας Υπηρεσίας, συνεπεία παρανόμου πράξεως της Διοικήσεως, δικαιούται το όργανον τούτο να αξιώσει από το Ελληνικόν Δημόσιον αποζημίωσιν προς αποκατάστασιν της ζημίας, την οποίαν υπέστη εκ του ότι κατά την διάρκειαν της παρανόμου απομακρύνσεώς του εκ της Δημοσίας Υπηρεσίας, δεν εισέπραξεν το σύνολον των αποδοχών, τας οποίας θα εισέπραττεν, εάν δεν είχε παρανόμως απομα-κρυνθεί της Δημοσίας Υπηρεσίας. Εις το σύνολον δε των αποδοχών τούτων περιλαμβάνονται και τα πάσης φύσεως και οιασδήποτε μορφής επιδόματα, τα οποία καταβάλλονται εις τα εν ενεργώ υπηρεσία τελούντα όργανα του Κράτους, έστω και αν τα επιδόματα ταύτα συναρτώνται, είτε κατά τον νόμον, είτε κατά την φύσιν των, προς ενεργόν, εν τοις πράγμασιν, υπηρεσίαν, υπό μόνην την προϋπόθεσιν ότι τα επιδόματα αυτά καταβάλλονται παγίως και κατά τακτά χρονικά διαστήματα εις τους τελούντας εν ενεργώ υπηρεσία, ο τυχόν δε προσπορισμός ωφελείας εκ μέρους του παρανόμως απομακρυνθέντος της δημοσίας υπηρεσίας, λόγω ανυπαρξίας, κατά την διάρκειαν της παρανόμου παραμονής του εκτός της δημοσίας υπηρεσίας, των ειδικών συνθηκών, επί τη συνδρομή των οποίων χορηγούνται τα επιδόματα ταύτα, μη αίρων την έννοιαν της ζημίας, επί της οποίας θεμελιούται η ειδική αδικοπραξία του άρθρου 105 του ΕισΝΑΚ, αλλά αποτελών, κατόπιν εκτιμήσεως των αποδείξεων, λόγον μειώσεως ή εκμηδενισμού της απο-ζημιώσεως, απαιτεί την προβολήν εκ μέρους του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου σχετικής ενστάσεως προς συμψηφισμόν ζημίας και κέρδους. Η έγερσις δε τοιαύτης αξιώσεως υπό του παρανόμως απομακρυθέντος της Δημοσίας Υπηρεσίας δεν κωλύεται εκ του άρθρου 16 παρ. 1 και 2 του ν. 1405/83 (ΣτΕ 2171/2000).

Εκτύπωση

Χάρτης

Που θα μας βρείτε

Σόλωνος και Σίνα 26, Αθήνα,

στο νεοκλασσικό κτίριο

έναντι της Νομικής Σχολής. 

Τηλ. 210- 3800702-703, 3627-332

Καθημερινά 11π.μ έως 9.30 μ.μ ,

πλην Σαββάτου και Κυριακής.


Copyright © 2015  avalon

istanbul escort taksim escort istanbul escort kartal escort pendik escort tuzla escort