Νομικό Σπουδαστήριο Α. Προυσανίδη

Ομιλία του Προέδρου του ΣτΕ Παναγιώτη Πικραμμένου στη Γ. Σ. της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών (12.3.2011)

Σκέψεις και προτάσεις σχετικά με την απονομή της Διοικητικής Δικαιοσύνης: Ομιλία του Προέδρου του ΣτΕ Παναγιώτη Πικραμμένου στη Γ. Σ. της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών (12.3.2011)

Ευχαριστώ θερμά το Διοικητικό Συμβούλιο για την τιμή που μου έκανε να με προσκαλέσει στην τακτική γενική συνέλευσή της Ένωσης Διοικητικών Δικαστών.

Μετά από σχεδόν 2 χρόνια στην Προεδρία του Συμβουλίου της Επικρατείας μπορώ να πω με βεβαιότητα ότι η συντριπτική πλειοψηφία των διοικητικών δικαστών αγωνίζεται με κοπιώδεις προσπάθειες για να ανταποκριθεί στις δύσκολες περιστάσεις και να διατηρήσει το ομολογουμένως υψηλό κύρος της διοικητικής δικαιοσύνης στη συνείδηση των πολιτών. Προκειμένου όμως οι προσπάθειες αυτές να τελεσφορήσουν πρέπει οι έλληνες δικαστές να ξεπεράσουν τόσο τις ενδογενείς όσο και τις εξωγενείς δυσκολίες και να προσαρμοστούν στα νέα δεδομένα που έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια.

Όπως όλοι γνωρίζετε, ο έλληνας δικαστής οφείλει να λύνει τις διαφορές που άγονται ενώπιόν του σύμφωνα με τις επιταγές τριών διαφορετικών εννόμων τάξεων, ήτοι της ελληνικής, της ευρωπαϊκής ένωσης και της ευρωπαϊκής σύμβασης των δικαιωμάτων του ανθρώπου. Τα πράγματα δε πρόκειται να περιπλακούν ακόμη περισσότερο αφού μετά τη συνθήκη της Λισαβόνας ο Χάρτης των Θεμελιωδών Δικαιωμάτων της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχει καταστεί μέρος του πρωτογενούς ενωσιακού δικαίου και, παράλληλα, επίκειται η προσχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΔΑ. Η ύπαρξη όμως τριών διαφορετικών και επικαλυπτόμενων εννόμων τάξεων και η νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, μπορούν να δημιουργήσουν μια σειρά δισεπίλυτων προβλημάτων.

Θα αναφέρω μερικά παραδείγματα:

1. Τι θα πρέπει να κάνουν τα εθνικά δικαστήρια σε περίπτωση που εκδοθούν διαφορετικές αποφάσεις από το ΔΕΕ και το Δικαστήριο του Στρασβούργου σχετικά με παρεμφερές ζήτημα.

2. Εάν το ΑΕΔ κρίνει ρύθμιση ως μη αντιβαίνουσα στο Σύνταγμα, ακολούθως δε εκδοθεί απόφαση από το Δικαστήριο του Στρασβούργο, με την οποία η ίδια ρύθμιση κρίνεται ως αντίθετη προς την ΕΣΔΑ, τι θα πρέπει να πράξει ο εθνικός δικαστής, ο οποίος έχει την υποχρέωση να συμμορφωθεί προς την απόφαση του ΑΕΔ;

3. Πολύ σημαντικό πρόβλημα δημιουργείται από τη νομολογία του Δικαστηρίου του Στρασβούργου στο ζήτημα της επιβολής διοικητικών κυρώσεων. Πράγματι, το Δικαστήριο του Στρασβούργου εφαρμόζοντας την αρχή non bis in idem, έκρινε ότι δεν μπορεί για τα ίδια πραγματικά περιστατικά να επιβληθεί από διαφορετικά δικαστήρια ποινική και διοικητική κύρωση. Έτσι όμως τινάζεται στον αέρα το σύστημα επιβολής κυρώσεων που προβλέπεται π.χ. από τον ελληνικό τελωνειακό κώδικα, με αποτέλεσμα αναρίθμητα πρόστιμα, τα οποία έχουν επιβληθεί να μην μπορούν να εισπραχθούν και να επιβραβεύονται με τον τρόπο αυτό, έστω και έμμεσα, οι λαθρέμποροι.

Όσα ελέχθησαν πιο πάνω, οδηγούν στο συμπέρασμα ότι πρέπει να καθιερωθεί η δυνατότητα θεσμικού διαλόγου μεταξύ των δικαστηρίων των διαφόρων εννόμων τάξεων. Είναι δε ευκαιρία, κατά την άποψή μου, στο διάλογο που έχει ήδη ξεκινήσει μεταξύ του Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του Δικαστηρίου του Στρασβούργου στο πλαίσιο των διαπραγματεύσεων για την προχώρηση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στην ΕΣΔΑ, να συμμετάσχουν και τα εθνικά δικαστήρια έτσι ώστε να οριοθετηθεί με σαφήνεια το πεδίο εφαρμογής της κάθε εννόμου τάξεως, να επιλυθεί συνολικά το ζήτημα των αντιφάσεων και των επικαλύψεων και να βρεθούν οι κατάλληλοι θεσμικοί δίαυλοι επικοινωνίας ώστε να πάψουν τα εθνικά δικαστήρια να αιφνιδιάζονται, κυρίως από τις αποφάσεις του Δικαστηρίου του Στρασβούργου. Πιστεύω δε ότι ο θεσμός του προδικαστικού ερωτήματος, που λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ένωσης, θα μπορούσε να αποτελέσει την έμπνευση για τη δημιουργία ενός αντίστοιχου μηχανισμού επικοινωνίας μεταξύ του Δικαστηρίου του Στρασβούργου και των Εθνικών Δικαστηρίων έτσι ώστε να διαπιστώνονται και να αντιμετωπίζονται εκ των προτέρων τα προβλήματα που πιθανώς να προκύψουν από την εφαρμογή των διατάξεων της ΕΣΔΑ και της σχετικής νομολογίας του Δικαστηρίου των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου στις εθνικές έννομες τάξεις.

Μία άλλη παράμετρος, στην οποία θα πρέπει να προσαρμοστούμε κατά την άσκηση της θεσμικής μας λειτουργίας είναι η οικονομική κρίση. Η παράμετρος δε αυτή είναι πολύ σημαντικότερη από την πρώτη υπό την έννοια ότι δεν μας επηρεάζει μόνο ως δικαστές αλλά και ως πολίτες και συνεπώς είναι πολύ πιο δύσκολο να τη διαχειριστούμε. Θέλω πάντως να παρατηρήσω ότι οι έλληνες δικαστικοί λειτουργοί έχουν επιδείξει μέχρι τώρα μεγάλη κατανόηση στα προβλήματα που αντιμετωπίζει η Χώρα και έχουν, με αίσθημα ευθύνης κατά την άσκηση των καθηκόντων τους αλλά και με προσωπικές θυσίες, συνεισφέρει τα μέγιστα στη διατήρηση της κοινωνικής ειρήνης. Είναι λοιπόν φυσιολογικό να περιμένουν και αντίστοιχη αντιμετώπιση από την πλευρά της πολιτείας, η οποία θα πρέπει να κατανοήσει τις ιδιαιτερότητες των δικαστών, ως εκφραστών μιας εκ των τριών κρατικών λειτουργιών, και να μην προβεί σε ρυθμίσεις που τους θίγουν και κατΆ επέκταση θίγουν τον θεσμικό τους ρόλο. Προς την ίδια κατεύθυνση θα πρέπει, κατά την άποψή μου, να είναι και η όποια συνταγματική αναθεώρηση για την οποία έχει ήδη αρχίσει να γίνεται διάλογος. Θεωρώ ότι η αναθεώρηση του Συντάγματος δεν αποτελεί πανάκεια και σε καμία περίπτωση δεν μπορεί να αποτελέσει τον μοναδικό τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης σε θεσμικό επίπεδο αλλά θα πρέπει να συνδυαστεί με στοχευμένες παρεμβάσεις σε όλα τα επίπεδα της πολιτικής, οικονομικής και κοινωνικής ζωής. Οι παρεμβάσεις δε αυτές είναι αναγκαίο να γίνουν σε κλίμα συναίνεσης όλων των εμπλεκομένων φορέων προκειμένου να εφαρμοστούν και να μην καταλήξουν κενό γράμμα. Κρισιμότερο όμως όλων είναι να προηγηθεί της αναθεώρησης σχεδιασμός και στοχοθεσία έτσι ώστε οι ρυθμίσεις στις οποίες τελικώς θα καταλήξουμε να ανταποκρίνονται όχι μόνο στις τρέχουσες ανάγκες, όπως συνέβαινε στις μέχρι τώρα αναθεωρήσεις, αλλά και στις μακροπρόθεσμες επιλογές μας.

Τέλος, ως προς το ζήτημα της λειτουργίας της Διοικητικής Δικαιοσύνης και της καθυστέρησης στην εκδίκαση των υποθέσεων και στην έκδοση των αποφάσεων, πιστεύω ότι η λύση δεν βρίσκεται στην αύξηση των διοικητικών δικαστών αλλά στη μείωση του αριθμού των υποθέσεων που άγονται ενώπιόν τους. Η μείωση αυτή μπορεί να επιτευχθεί με την αύξηση του κόστους της δίκης, κυρίως όμως με την αντιμετώπιση της κακοδιοίκησης και την δημιουργία κλίματος εμπιστοσύνης των πολιτών προς την Διοίκηση.

Εκτύπωση

Χάρτης

Που θα μας βρείτε

Σόλωνος και Σίνα 26, Αθήνα,

στο νεοκλασσικό κτίριο

έναντι της Νομικής Σχολής. 

Τηλ. 210- 3800702-703, 3627-332

Καθημερινά 11π.μ έως 9.30 μ.μ ,

πλην Σαββάτου και Κυριακής.


Copyright © 2015  avalon

istanbul escort taksim escort istanbul escort kartal escort pendik escort tuzla escort